ΟΡΦΕΥΣ

Θράκη, 13ος - 12ος αι. π. Χ.

Η μορφή του είναι φορτισμένη με συμβολικά στοιχεία και με γνωρίσματα ήρωα, θεού και ημιθέου. Μουσικός και ποιητής, ιδρυτής μυστηριακών τελετών και ιερέας, η φυσιογνωμία του πρέπει να είχε διαμορφωθεί στις συνειδήσεις από πολύ παλιά, αν και οι πρώτες μαρτυρίες γι' αυτόν ανάγονται στον 6ο π.Χ. αιώνα. Θεωρήθηκε γιος του θρακικού βασιλέως Οιάγρου και της μούσας Καλλιόπης. Μερικές φορές, ως μητέρα του αναφέρεται η Μελπομένη, η Κλειώ ή η Μενίππη, κόρη του μουσικού Θαμύριδος.

Ο Παυσανίας πίστευε ότι ήταν γιος της κόρης του Πιέρου και ότι έδρασε στην περιοχή των Πιερίων, ενώ οι μυθογράφοι τον θεωρούσαν βασιλιά των Βιστώνων ή των Οδρυσών ή των Μακεδόνων. Σχετικά με την μουσική του δεινότητα παραδίδονται πολλές μαρτυρίες: τα άγρια ζώα ημέρωναν και στέκονταν ακίνητα, όταν ο Ορφεύς έπαιζε την λύρα ή την κιθάρα του, τα ψάρια πηδούσαν έξω από το νερό και τα πουλιά μαζεύονταν γύρω του, ακόμη και τα δέντρα και οι πέτρες μετακινούνταν στο άκουσμα του τραγουδιού του. Του απέδιδαν την τελειοποίηση της λύρας, στην οποία προσέθεσε δύο ακόμη χορδές, ώστε το σύνολο να συμβολίζει τις εννέα Μούσες. Έλαβε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, κατά την οποία με την λύρα του έδινε τον ρυθμό στους κωπηλάτες, τους ξεκούραζε και τους ηρεμούσε. Επί πλέον σταμάτησε την θαλασσοταραχή, έκανε τις Συμπληγάδες να σταθούν ακίνητες, αποκοίμισε τον δράκοντα που φύλαγε το χρυσόμαλλο δέρας και, τέλος, επισκίασε και το ίδιο το τραγούδι των Σειρήνων.

Το σημαντικότερο επεισόδιο από τη ζωή του ήταν η κάθοδός του στον Άδη. Ο αοιδός ήταν ερωτευμένος με τη νεαρή του σύζυγο, την Ευρυδίκη, η οποία πέθανε ξαφνικά από δάγκωμα φιδιού. Ο πρόωρος χαμός της άφησε τον Ορφέα απαρηγόρητο και του γέννησε την ιδέα να την φέρει πίσω στη ζωή. Κατέβηκε λοιπόν στον Κάτω Κόσμο, παίζοντας τη λύρα του, και ήταν τέτοια η δύναμη της μουσικής, ώστε ο Κέρβερος μαγεύτηκε και τον άφησε να περάσει, ο Τάνταλος ξέχασε την δίψα του, ο τροχός του Ιξίονος έπαψε να γυρίζει, ο βράχος του Σισύφου σταμάτησε να κυλάει, οι Δαναΐδες διέκοψαν το νεροκουβάλημά τους και οι σκιές του Άδη μαζεύτηκαν γύρω του συγκινημένες. Ο Πλούτων και η Περσεφόνη συγκατένευσαν να ακολουθήσει η Ευρυδίκη τον Ορφέα στον Επάνω Κόσμο, με τον όρο όμως αυτός να μη γυρίσει να την κοιτάξει προτού αντικρύσουν το φως του ήλιου. Λίγο πριν περάσουν την είσοδο του Άδη, ο Ορφεύς δεν άντεξε και γύρισε να την δει. Έτσι η Ευρυδίκη ξαναγύρισε για πάντα στον κόσμο των σκιών και, παρ' όλες τις κατοπινές του προσπάθειες, δεν κατόρθωσε να την ξαναποκτήσει.